Οι επιτροπές πολιτών που θα σχηματιστούν κατά τόπους θα έχουν να αντιμετωπίσουν το εξής βασικό και ιδρυτικό ερώτημα. Ποιοι είμαστε και τι ιδιαίτερο πρεσβεύουμε που να δικαιολογεί την ξεχωριστή μας ύπαρξη. Γράφω τα παρακάτω ως έναν προβληματισμό προς όλους και αφορμή συζήτησης για τους Ηπειρώτες στην προσπάθειά μας να συντονιστούμε μεταξύ μας.
Η δημιουργία ενός λαϊκού κινήματος, που αποσκοπεί στην εξάπλωσή του στην κοινωνία και την κατά το δυνατό μεγαλύτερη συμμετοχή, πρέπει να έχει ένα σαφές στίγμα το οποίο θα ανταποκρίνεται επίσης και στους προβληματισμούς της εποχής. Η αρχή αυτή δημιουργεί δυο διαφορετικές ομάδες κινημάτων. Τα κινήματα ιδεολογίας και τα ακτιβιστικά κινήματα.
Τα κινήματα ιδεολογίας ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένα όλον τον προηγούμενο αιώνα. Χαρακτηρίζονταν από τη υιοθέτηση μια ιδεολογικής άποψης για την πολιτικοοικονομική οργάνωση της κοινωνίας και την προσπάθεια προπαγανδισμού αυτής ή αναρρίχησης στην εξουσία για την επιβολή της. Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να πω πως τέτοια χαρακτηριστικά δεν θα εξασφαλίσουν ουσιαστική επιτυχία, καθώς από τη μια θεωρούνται εν μέρει ξεπερασμένα (μιας και ιδεολογικά και πολιτικά η μπάλα παγκοσμίως κάθεται στην κοινοβουλευτική δημοκρατία διαφόρων αποχρώσεων και στον καπιταλισμό), από την άλλη η χώρα μας βρίθει ιδεολογικών ομάδων. Μια ακόμη τέτοια ομάδα δεν ξέρω τι θα προσέφερε παραπάνω.
Τα ακτιβιστικά από την άλλη κινήματα, ιδιαίτερα επιτυχημένα στις μέρες, έχουν μια γενική ιδεολογική ταυτότητα, χωρίς ιδιαίτερες αναλύσεις και επιχειρούν στην πράξη να αντισταθούν σε ένα ιδιαίτερα περιορισμένο χώρο ενδιαφέροντος (πχ στην προστασία των φαλαινών, στα διόδια κλπ). Τέτοιες ακτιβιστικές δραστηριότητες είναι σίγουρα πολύ πιο δυναμικές από τις αθηροσκληρωτικές ιδεοληπτικές ομάδες που φωνάζουν σαν ρομπότ πίσω από μεγάφωνα συνθήματα 40ετίας. Εν τούτοις όμως φαίνεται να είναι εξίσου αναποτελεσματικές. Η Greenpeace με την τόσο μακρόχρονη δράση της και το μέγεθός της έχει καταφέρει ελάχιστα μέσω των ακτιβιστικών δράσεων. Ο ακτιβισμός μπορεί να είναι καλός για να τραβήξει την προσοχή του κόσμου σε ένα θέμα, να κινητοποιήσει, να διεκδικήσει. Δεν μπορεί όμως από τη φύση του να είναι αποτελεσματικός γιατί καταρχήν αφορά ένα πολύ συγκεκριμένο πεδίο δράσης και δεύτερον δεν προτείνει, συνήθως, κάποια λύση. Αρνείται απλώς και αντιδρά σε μια υπάρχουσα κατάσταση, αφού τα ακτιβιστικά κινήματα δεν χαρακτηρίζονται από κάποια ιδεολογική προσέγγιση του προβλήματος.
Η πρώτη λοιπόν ομάδα στερείται έμπρακτης ουσιαστικής δράσης, η δεύτερη στερείται εύρους και λύσεων. Αν χρειαζόμαστε λοιπόν κάτι, και αν η Σπίθα αποτελέσει τον ιστορικό φορέα πραγμάτωσης του, είναι ο συνδυασμός των δύο. Δηλαδή άτομα με ένα ευρύ πεδίο "ακτιβιστικής" δράσης. Η ευρύτητα του πεδίου προϋποθέτει ιδεολογικό στίγμα και ο ακτιβισμός έμπρακτη εφαρμογή του. Η ευρύτητα όμως του ακτιβισμού πρέπει να είναι τέτοια που να καταλαμβάνει όλες μας τις πράξεις. Επομένως μιλάμε για έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. Όχι για απλές ακτιβιστικές πράξεις αντίδρασης ούτε για επαναστατικά ιδεολογήματα. Άλλα έναν συγκερασμό σε κάτι μεγαλύτερο. Όπως έχω γράψει και αλλού, αυτό που θα ξεχώριζε τη Σπίθα από τον εκφυλισμό της σε μια ακτιβιστική ομάδα ή ένα ιδεοληπτικό κόμμα, θα ήταν η λειτουργία της ως κοινότητας. Η σπίθα θα πρέπει να αποτελέσει ένα νέο πρότυπο βίου, ένα πραγματικό κοινοτικό μοντέλο. Τον τρόπο και τη βάση λειτουργίας έχω περιγράψει αλλού στο παρόν forum. Μια τέτοια οργάνωση θα ήταν ανοιχτή σε κάθε ιδεολογική απόχρωση ή ακτιβιστική προσέγγιση, ιδωμένη όμως μέσα από διαφορετικό τρόπο αντίληψης και οργάνωσης. Αν και φαίνεται περίεργο ή εξεζητημένο ή πολύ φιλολογικό, είναι μάλλον απλό στην οργάνωσή του αλλά κυρίως προκλητικό.
Παρατηρώ πως ο χώρος που διαμορφώνεται εδώ ρέπει περισσότερο προς τον ακτιβισμό. Και κυρίως τον ακτιβισμό σε οικονομικά ζητήματα, όπως τα διόδια, τα εισιτήρια ή τα τηλέφωνα 12888. Δεν μπορούν να επιτύχουν παρά ασήμαντες νίκες. Αν τις πετύχουν ποτέ και δεν λειτουργούν μόνο ως πράξη ατομικής συναισθηματικής κάλυψης ("εγώ κάνω τον αγώνα μου", "αντιστέκομαι δεν πληρώνω διόδια") και συναίσθημα εκπλήρωσης του επαναστατικού καθήκοντος. Δεν νομίζω ότι η πράξη του Θεοδωράκη αποσκοπούσε στο να επιτύχουμε τη μείωση των εισιτηρίων ή άλλα επουσιώδη ή περιστασιακά ζητήματα. Άλλωστε οι περισσότερες δράσεις είναι καθαρά οικονομικής φύσης. Θα λεγε κανείς πως αν μας αυξήσουν τους μισθούς θα είμαστε πάλι έτοιμοι να επιβραβεύσουμε ή έστω να σιωπήσουμε απέναντι στο σάπιο σύστημα και τον αφελληνισμό μας. Αλλά και έτσι ακόμα να μην είναι, πως θα δράσουμε για τα μεγάλα και ουσιαστικά; Για τον αφελληνισμό της παιδείας; Την υποβάθμιση των εθνικών μας θεμάτων; Την μετατροπή των Ελλήνων και της κοινωνίας τους σε ανώνυμο, παγκοσμιοποιημένο καταναλωτικό κοινό; Την μετανάστευση των νέων; Την εγκληματικότητα και την εξαθλίωση των πόλεών μας;
Καταλήγοντας θέλω να πω πως οι ακτιβιστικές δράσεις είναι αναγκαίες. Δεν κατακρίνω αυτές, αλλά τη μονομέρεια στην οποία πάει να περιπέσει αυτός ο χώρος. Δεν αρκούν από μόνες τους, πόσο δε μάλλον όταν στρέφονται προς ασήμαντα ζητήματα. Γιατί η τιμή του εισιτηρίου, στα δικά μου τουλάχιστον μάτια, δεν συγκρίνεται απέναντι στον εξόφθαλμο αφελληνισμό της παιδείας μας και στην υποκουλτούρα που μας ταΐζει το κατεστημένο. Θα πρέπει όμως να σηκώσουμε το ανάστημα μας στο ύψους του Μίκη και να διεκδικήσουμε ή να οραματιστούμε κάτι μεγαλύτερο. Κάτι ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ!